12/9/13

Δικαιώματα και υποχρεώσεις (2)











Από τον τακτικό αναγνώστη της στήλης κ. Ανδρέα Βοσίνη, με αφορμή παλαιότερο σημείωμά μου περί παιδείας, έλαβα μια σειρά από αφίσες των Γαλλικών Σιδηροδρόμων, που είχαν αναρτηθεί κάποτε στο πλαίσιο εκστρατείας για επίδειξη καλής συμπεριφοράς στα τρένα και στις πλατφόρμες των σταθμών. Αφίσες έξυπνες, που προτρέπουν με διασκεδαστικό τρόπο χωρίς να «διδάσκουν», και στις οποίες αναδεικνύονται περιπτώσεις ανάγωγης συμπεριφοράς των επιβατών του μετρό. Αφίσες, στις οποίες οι ανθρώπινες φιγούρες έχουν το κεφάλι κάποιου ζώου για να παραπέμπουν σε… ζωώδεις συμπεριφορές.
Από τις δύο αφίσες που σας παρουσιάζω σήμερα, στη μια ένα γαϊδούρι, φτύνει κάτω την τσίχλα του και το σύνθημα της αφίσας είναι (σε ελεύθερη μετάφραση δική μου): «Ρίχνοντας μια τσίχλα στον κάδο απορριμμάτων, θα κολλήσει μια λιγότερη στην πατούσα ενός περαστικού».
Στην άλλη, που ένα κριάρι μπαίνει βιαστικά στο βαγόνι, εκτοπίζοντας άγρια τους συνεπιβάτες του, το σύνθημα λέει: «Με το να διαταράξεις την ηρεμία πέντε ανθρώπων, δεν πρόκειται να φτάσεις πιο γρήγορα».
Και οι δύο αφίσες, πάνω δεξιά έχουν τη φράση «αγαπήστε την πόλη».
Αλλά εμείς εδώ, ούτε αφίσες δεν ξέρουμε να κατασκευάζουμε, όπως επεσήμανε και ο φίλος αναγνώστης στο μήνυμά του και συμφωνώ μαζί του.
Θα επανέλθω με τις υπόλοιπες αφίσες στο εγγύς μέλλον.
Αξίζουν τον κόπο για να δούμε τη διαφορά της κουλτούρας μεταξύ των λαών.
• Πρέπει να αφηγηθώ και αυτό το περιστατικό:
Βαδίζω κάτω από τη γέφυρα του Ηλεκτρικού στο Μαρούσι, κοντά στην παιδική χαρά και με κατεύθυνση τη διάβαση πεζών, εκεί που ο δρόμος οδηγεί αριστερά προς την Περικλέους και δεξιά προς τη Ρόδου.
Πάνω στη διάβαση και επί του οδοστρώματος, βρίσκω φαρδύ πλατύ ένα νεαρό άντρα, ηλικίας γύρω στα 20, λεπτό, με γένια τριών ημερών, μπλουτζίν και μπλουζάκι πόλο.
Ανησυχώ.
Σκύβω από πάνω του και τον ακούω να μου ψελλίζει αδύναμα: «Επιληψία, κάντε κάτι».
Τι να κάνω; Πρώτα καταβάλλω προσπάθεια και τον τραβάω στην άκρη του δρόμου, προς το πεζοδρόμιο, μην τον πατήσει κανένας αθώος οδηγός με το αυτοκίνητό του και βρει τον μπελά του.
Εκεί στην άκρη, βγάζω το κινητό μου από την τσέπη και προσπαθώ να τηλεφωνήσω. Μηχανικά σκέφτομαι το 166.
Ξαφνικά, ο νεαρός απλώνει το χέρι του και μου λέει: «Πεινάω».
Μηχανικά πάλι και αυθόρμητα του λέω: «Αυτό είναι εύκολο, κάτσε εδώ και πάω να σου φέρω κάτι».
«Όχι», μου λέει απότομα και επιτακτικά ο νεαρός, αφήνοντάς με έκπληκτο από την αιφνιδιαστική βελτίωση της υγείας του, «καλύτερα να μου δώσεις πέντε (5, αριθμητικώς) ευρώ να πάω να φάω μόνος μου».
Τότε κατάλαβα! Και ποιος είδε το Θεό και δεν τον φοβήθηκε…
Εύχομαι να μη με δεις ποτέ έτσι, αγαπητέ και ήρεμε αναγνώστη μου.
Το μόνο που θα σου πω, είναι ότι ο νεαρός σηκώθηκε, τίναξε τη σκόνη της ασφάλτου από το πόλο του και το μπλουτζίν του και ετράπη σε άτακτη φυγή.
Ευτυχώς, που ήταν μόνος του και δεν είχε συνεταίρο, να μου τραβήξει την τσάντα από τον ώμο ενώ είχα σκύψει από πάνω του και να φύγουν παρέα.
(Δημοσιεύτηκε στην Αμαρυσία στις 7/9/13)