7/11/13

Miss Violence


Το Κωσταλέξι, ένα χωριό έξω από τη Λαμία έγινε παγκόσμια γνωστό, όταν στις 7 Νοεμβρίου 1978, οι πόρτες στο ισόγειο ενός σπιτιού άνοιξαν και μια ομάδα αστυνομικών και δημοσιογράφων ήρθε αντιμέτωπη με ένα θέαμα που δύσκολα θα ξεχνούσε. Μια 47χρονη πλέον γυναίκα αντίκριζε τον ήλιο για πρώτη φορά, μετά από 29 ολόκληρα χρόνια εγκλεισμού της σ' ένα μικρό δωμάτιο. Η φρικτή ιστορία της ξεκινούσε από τα χρόνια του εμφυλίου πολέμου. Η έφηβη τότε Ελένη, γόνος «εθνικόφρονος οικογενείας», έκανε κάτι που φάνταζε έγκλημα στην μικρή και κλειστή κοινωνία του χωριού: Φήμες την ήθελαν να διατηρούσε ερωτική σχέση με τον δάσκαλο του χωριού, ο οποίος συν τοις άλλοις, φερόταν να είχε προσχωρήσει στις τάξεις των κομμουνιστών. Η γονείς της και τα τρία αδέλφια της, μπροστά σ' αυτήν την ντροπή, έδρασαν άμεσα κι αποφασιστικά. Φυλάκισαν την Ελένη στο ισόγειο του σπιτιού. Το πιο λυπηρό δε, ήταν πως πολλοί συγχωριανοί γνώριζαν τι συνέβαινε, αλλά κανείς δεν τολμούσε να κάνει έστω και ανώνυμη καταγγελία, ακόμα κι όταν πέρασαν τα χρόνια. Έκτoε, ο όρος «Κωσταλέξι» είναι συνώνυμος με τον βίαιο αποκλεισμό ενός προσώπου, την απάνθρωπη συμπεριφορά εναντίον του, τη μιζέρια και την αθλιότητα. Επίσης, χρησιμοποιείται δίκην κουτσομπολιού, για να χαρακτηρισθεί μια οικογένεια «κλειστή», «αντικοινωνική».
Ως κινηματογραφικό όρο, δεν θυμάμαι να τον είχα χρησιμοποιήσει πριν την ταινία «Κυνόδοντας» (2009) και τον είχα επαναλάβει το 2011 με αφορμή την προβολή της μεξικανικής «Το κάστρο της αγνότητας» (1973). Οι δύο αυτές ταινίες (σαν από καρμπόν), είχαν θέμα τον εγκλεισμό-αποκλεισμό
μιας ολόκληρης οικογένειας, συζύγου και παιδιών, για «το καλό τους» από ένα προστατευτικό και ταυτόχρονα σκληρό και απάνθρωπο πατέρα. Το φαινόμενο δεν είναι μόνον ελληνικό.
Φέτος, ακριβώς 35 χρόνια από την αποκάλυψη του περιστατικού στο Κωσταλέξι, στην ίδια ημερομηνία (7 Νοεμβρίου) προβάλλεται η ταινία Miss Violence του Αλέξανδρου Αβρανά, η οποία ήδη έχει λάβει τις διακρίσεις της και μάλλον διεκδικεί και άλλες. Πλην όμως, αυτή τη φορά, ο απάνθρωπος πάτερ φαμίλιας δεν απομονώνει την οικογένειά του για «το καλό της», αλλά για το δικό του καλό (και όχι μόνον επειδή η 11χρονη κόρη του πήδηξε από το μπαλκόνι την ημέρα των γενεθλίων της).
Η ιστορία ξεκινά με την αυτοκτονία, συνεχίζεται με την οικογένεια να συγκαλύπτει τους λόγους που οδήγησαν σ’ αυτήν, εξελίσσεται με σταδιακές αποκαλύψεις της αλήθειας εις βάρος φυσικά του πάτερ φαμίλια (που ελέγχει τη συμπεριφορά όλων των μελών της οικογένειας) και ολοκληρώνεται με τη φρικτή αποκάλυψη, μόνο για τα μάτια του θεατή όμως, και όχι της Υπηρεσίας Πρόνοιας που προσπαθεί να καταλάβει τι έχει συμβεί. Φυσικά, ούτε λόγος για αστυνομική έρευνα.
Κλειστοφοβική ατμόσφαιρα. Ερμηνείες αρκετά καλές, ώστε να μισήσεις τον ένοχο πάτερ φαμίλια και τη συνένοχη σύζυγό του (που αποδέχεται την κατάσταση και δεν μιλάει) και να αντιμετωπίσεις με ανάμικτα συναισθήματα τα θύματα, παιδιά κι εγγόνια, τα οποία υπομένουν την κατάσταση και ενώ κυκλοφορούν ελεύθερα (πάνε σχολείο, σε αντίθεση με τις δυο προαναφερθείσες ταινίες που δεν έβγαιναν ποτέ έξω), δεν την αποκαλύπτουν.
Το Miss Violence, καταπιάνεται με την άσκηση εξουσίας,  τη σκληρή οικογενειακή βία και την αποσιώπηση, αλλά παρά τα όσα γράφτηκαν, με αφορμή τη βράβευσή του, δεν ανακάλυψα πουθενά το «σχόλιο για τη σημερινή οικονομική κατάσταση στη χώρα» και ούτε μπορώ να φανταστώ, πώς ένας πατέρας γίνεται αιμομίκτης με την ανύπαντρη κόρη του και τις κόρες της, επειδή έμεινε άνεργος και δεν μπορεί να βρει δουλειά. Αυτό, πρέπει να «βγαίνει» από το σενάριο, αν υπάρχει εμβάθυνση στους χαρακτήρες, όμως. Η 11χρονη, τα παιδιά, η τρέχουσα εγκυμοσύνη της κόρης του, απαιτούν μεγάλα χρονικά διαστήματα, ώστε να αφορούν μόνο στη «σημερινή οικονομική κατάσταση».
Επίσης, στη σημερινή ελληνική κοινωνία (και οικονομία), δεν υπάρχει Κοινωνική Πρόνοια (με ομοιόμορφα ρούχα), που να ερευνά μια αυτοκτονία, πιο πιεστικά και από την αστυνομία. Ούτε υπάρχει αστυνομία, τόσο απούσα από την έρευνα, επειδή ο πάτερ φαμίλιας απλώς διαβεβαιώνει ότι δεν έτρεξε και τίποτα, «όλα είναι υπό έλεγχο, αφήστε μας στον πόνο μας». Τέλος, ούτε τόσο ανυποψίαστο σχολείο υπάρχει, αφού κάθε τρεις και λίγο, η δασκάλα έχει επαφή με τον πατέρα.
Σαν σύγχρονο ψυχολογικό θρίλερ, η miss Violence βλέπεται. Διαθέτει υπόκωφες ερμηνείες (εξαιρετικός ο Θέμης Πάνου), σιωπές που προβληματίζουν, βλέμματα που υπαινίσσονται, καθώς και άβουλους χαρακτήρες σε απόγνωση και ας μη φαίνεται αυτό στο πρώτο μέρος. Υπάρχει μια μικρή αδυναμία, τόσο στο σενάριο, όσο και στο σκηνοθετικό ρυθμό.
Η ταινία είναι μεν ομιλούσα ελληνική, αλλά δεν είναι ελληνικός κινηματογράφος καιδεν αφορά αποκλειστικά στην ελληνική κοινωνία. Όπως άλλωστε και ο «Κυνόδοντας», ή «Το παιδί που τρώει το φαγητό του πουλιού», ή τα πρόσφατα «September» και «Luton». Οι ιστορίες όλων αυτών των ταινιών, μπορεί να συμβούν οποτεδήποτε και οπουδήποτε και να τύχουν διακρίσεων.
Το κοινό όμως έχει την τελευταία κουβέντα.
Υπόθεση: Την ημέρα των γενεθλίων της, η εντεκάχρονη Αγγελική πηδάει από το μπαλκόνι και πέφτει στο κενό με ένα χαμόγελο σχηματισμένο στα χείλη της. Η αστυνομία και η κοινωνική πρόνοια προσπαθούν να εξιχνιάσουν τον λόγο της πιθανής αυτοκτονίας. Η οικογένεια όμως υποστηρίζει σθεναρά πως ήταν ατύχημα. Ποιο μυστικό πήρε μαζί της η μικρή Αγγελική;
Σκηνοθεσία: Αλέξανδρου Αβρανά
Με τους: Θέμη Πάνου, Ρένη Πιττάκη, Χλόη Μπολότα, Γιώτα Φέστα, Μηνά Χατζησάββα, Ελένη Ρουσσινού, Σίσυ Τουμάση, Καλλιόπη Ζωντανού, Κωνσταντίνο Αθανασιάδη
Προβάλλεται από 7/11/2013
(Κριτική μου στο myFilm)