Γιατί τα σαγόνια αντέχουν ακόμα

 

Βλέποντας πρόσφατα την ταινία «Άγρια νερά» της Hayley Easton Street (που προβάλλεται από 4/4/24 σε διανομή της Spentzos Film) , στην οποία μια ομάδα κοριτσιών που έχουν συναντηθεί στο γάμο της μιας από αυτές, καταδιώκεται από έναν καρχαρία και πρέπει να παλέψουν για τη ζωή τους σε ανοιχτά νερά, θυμήθηκα, πόσες άλλες ταινίες ακολούθησαν τα «Σαγόνια του καρχαρία» (Jaws, 1975) του Steven Spielberg. Μια ταινία-ορόσημο (και με original score αναγνωρίσιμο μέχρι σήμερα), η οποία κάλυψε τα έξοδά της (7 εκατ. δολάρια) από την πρώτη εβδομάδα σε ΗΠΑ & Καναδά κάνοντας εισπράξεις 7,1 εκατ. δολάρια περίπου και συνέχισε μέχρι που έβγαλε 477 εκατ. συνολικά. Υπέρογκα ποσά για τη δεκαετία του ’70.

Από την επιτυχία που είχαν τα «Σαγόνια» και μετά, όπως ήταν φυσικό, ακολούθησαν αρκετές του είδους αυτού, με επιθετικούς και σαρκοβόρους καρχαρίες που αρκετοί κατάφεραν να γίνουν δημοφιλείς στο κινηματογραφικό κοινό για πολλούς λόγους, με πρώτον βασικά το φόβο του αγνώστου. Η ιδέα της επίθεσης από ένα τέρας που μπορεί να εμφανιστεί από το πουθενά είναι κάτι που προκαλεί συναισθηματικές αντιδράσεις και οι ταινίες με καρχαρίες προσφέρουν μια συναρπαστική εμπειρία που αυξάνει την αδρεναλίνη του θεατή. Οι σκηνές μάχης μεταξύ ανθρώπων και καρχαρία αν και στην πραγματικότητα είναι αποτρόπαιες, ως θέαμα προσφέρουν ένταση. 
Ένας άλλος λόγος είναι, ότι η υπόθεση σ’ αυτές τις ταινίες εξελίσσεται πάντοτε σε εξωτικά νησιά και παραλίες κοντά σε ωκεανό, όπως ήταν το Άμιτυ στα «Σαγόνια» του Σπίλμπεργκ. Λίγο ψαροχώρι λίγο γραφικό, λίγο τουριστικός προορισμός. Μια τοποθεσία, που χαλαρώνει κανείς, αλλά και κάποια στιγμή βαριέται, οπότε λίγη δράση (όταν δεν μπορεί να εκτιμήσει τον κίνδυνο) δεν βλάπτει. 
Τέλος, σημαντικός λόγος είναι και οι χαρακτήρες του σεναρίου. Συχνά, οι ταινίες αυτές έχουν πολύπλοκους χαρακτήρες, οι οποίοι προσθέτουν ενδιαφέρον στην ιστορία. Στα «Σαγόνια» για παράδειγμα, ο σερίφης θέλει να κλείσει τις παραλίες μέχρι να δουν τι θα κάνουν, ενώ ο κοινοτάρχης διαφωνεί διότι θα χάσουν από τον τουρισμό. Ωστόσο, ζητούν τη βοήθεια ενός ειδικού κυνηγού καρχαριών και ενός ιδιοκτήτη σκάφους, που κι αυτοί έχουν τα μεταξύ τους προβλήματα συνεννόησης.
Μετά από το «Jaws», κυκλοφόρησαν αρκετές ταινίες μέχρι τη «Βαθιά άγρια θάλασσα» (Deep Blue Sea,1999) του Renny Harlin, στην οποία μπαίνει το επιστημονικό στοιχείο (θα τη λέγαμε και Επιστημονική Φαντασία, αν δεν την είχαμε ταυτίσει με το διάστημα).  
Εδώ το φόντο της ιστορίας δεν είναι εξωτική τουριστική τοποθεσία, αλλά ένας χώρος παραθαλάσσιος στον οποίο  μια ομάδα επιστημόνων γίνεται το θήραμα μιας ομάδας ευφυών καρχαριών που τους επιτίθενται. 
Στη «Βαθιά άγρια θάλασσα» ένας επιχειρηματίας τοποθετεί επενδύει εκατομμύρια δολάρια σε ένα project για την καταπολέμηση της νόσου Αλτσχάιμερ. Ως μέρος αυτού του έργου, μια βιολόγος βρίσκει έναν ασυνήθιστο τρόπο για να μεγεθύνει γενετικά τον εγκέφαλο του καρχαρία, έτσι ώστε να μπορεί να αποσπάσει από αυτόν ένζυμα που καταπολεμούν τις ασθένειες. Εδώ, οι καρχαρίες ως πειραματόζωα μεταλλάσσονται και καταλήγουν «σκεπτόμενοι» και με γρήγορα αντανακλαστικά, ενώ η φύση τούς έχει προγραμματίσει μόνο για να κολυμπούν και να τρώνε. 
Αυτό είναι ένα νέο στοιχείο του είδους, αλλά δεν μας πειράζει. Η πρωτοτυπία  γεμίζει το box office και από σενάρια… όρεξη να υπάρχει και φαντασία.
Ένα νέο μοντέλο στη θεματική «άνθρωπος & καρχαρίες» έφερε στις οθόνες έμμεσα, η ταινία «Άγριος ωκεανός» (Open Water, 2003) του Chris Kentis, η οποία μάλιστα ήταν βασισμένη στην αληθινή ιστορία δύο δυτών (scuba diving) που εγκαταλείφθηκαν στα ανοικτά μετά από μια (σεναριακά ανεξήγητη) αναχώρηση του τουριστικού σκάφους στο οποίο επέβαιναν. 
Εδώ έχουμε το οξύμωρο να δημιουργείται κλειστοφοβική αίσθηση, ενώ γύρω–γύρω υπάρχει απέραντος ωκεανός, στον οποίο δεν έχεις πού να πας αν (ή όταν) θα εμφανιστούν οι καρχαρίες που έχουν μεν δευτερεύοντα ρόλο στην ταινία, αλλά δεν παύουν να είναι επικίνδυνοι. Στον μεν θεατή δημιουργούνται έντονα συναισθήματα και suspense, αλλά τον προβληματίζει και η υπερβολή των δύο βασικών χαρακτήρων, οι οποίοι κολυμπούν επί ώρες, μιλώντας ακούραστα και προσπαθώντας να θυμηθούν -από ντοκιμαντέρ που έχουν δει- τρόπους επιβίωσης στη θάλασσα.  
Πιο κοντά στην πραγματικότητα, αλλά και στην ακτή (200 μέτρα από μια γραφική απομονωμένη παραλία με βράχια και υφάλους) διαδραματίζεται η υπόθεση της ταινίας «Σε ρηχά νερά» (The shallows, 2016) του Jaume Collet-Serra, η οποία σημάδεψε τη σινε-μυθολογία των καρχαριών. 
Το πρώτο θετικό στοιχείο της ταινίας είναι η μικρή της διάρκεια (85’). Διότι ένας σκηνοθέτης, που σέβεται τον εαυτό του και το θεατή, δεν γυρίζει θρίλερ τρόμου, με μια κοπέλα παγιδευμένη πάνω σε ένα βράχο και με ένα καρχαρία να κόβει βόλτες γύρω-γύρω και όλο αυτό το concept να διαρκεί 2,5 ή 3 ώρες. Τα 85 λεπτά είναι αρκετά, για να γνωρίσει ο θεατής τον περιπετειώδη χαρακτήρα της Νάνσυ και το εχθρικά εξελισσόμενο περιβάλλον, με την παλίρροιά του και την ερημιά του και ύστερα να νιώσει την αγωνία και τον φόβο της, από τον άνισο αγώνα της με τη Μητέρα Φύση, στην οποία περιλαμβάνεται και ένας καρχαρίας. 
Η Νάνσυ, εδώ μπορεί να έχει γνώσεις επιβίωσης, αλλά είναι άτυχη, επειδή ο Jaume Collet-Serra έχει περισσότερες γνώσεις στη δημιουργία suspense. Αξίζει να αναφέρω ότι με budget 17 εκατ. δολαρίων, η ταινία την πρώτη εβδομάδα σε ΗΠΑ-Καναδά κάλυψε όλα τα έξοδά της και σε όλο τον κόσμο έκανε εισπράξεις 119 εκατ. δολάρια. 
Και επειδή πιο πάνω αναφέρθηκα στην επιστημονική φαντασία, φύλαξα για το τέλος, την επιτομή της «επιστημονικής φαντασίας βυθού», με την bigger than life ταινία, στην οποία πρωταγωνιστεί ο Jason Statham (ένα genre μόνος του) αντιμετωπίζοντας ίσως το μεγαλύτερο μέχρι σήμερα καρχαριοειδές. Πρόκειται για το «Meg: Ο κυρίαρχος του βυθού» (The Meg, 2018) του Jon Turteltaub, όπου έχουμε συνδυασμό επιστήμης, παλαιοντολογίας, βυθού και αρχέγονου τρόμου. 
Στο Meg υπάρχει μια ομάδα επιστημόνων που εξερευνούν την ωκεάνια τάφρο Marianas και συναντούν το μεγαλύτερο θαλάσσιο αρπακτικό που υπήρξε ποτέ - το Megalodon. Τι μπορεί να ζητήσει ο θεατής από το είδος αυτό και να μην το έχει; Πρωταγωνιστή, χαρακτήρες, ακατανίκητο πλάσμα και αχαρτογράφητα νερά; Ανεξάρτητα αν υπάρχει αληθοφάνεια ή όχι, θα θυμίσω ότι η ταινία προβλήθηκε σε οθόνες IMAX και πιστεύω ότι, κανένα άλλο φορμάτ δεν θα μπορούσε να χωρέσει τον Μεγαλόδοντα. Ο Jason Statham -αν και έχει αποσυρθεί από ειδικός στο κυνήγι καρχαριών- επιστρέφει μετά από μια φρικτή ανακάλυψη, για να συναντήσει σε υπερσύγχρονο υποβρύχιο σταθμό, όλους τους χαρακτήρες που προαναφέρθηκαν συν την πρώην γυναίκα του. 
Στην ταινία, όπου όλα είναι γιγάντια, αρμονικά συνδυασμένα με το διάσημο «γίγαντα της δράσης», υπάρχουν σκηνές ρεαλιστικές και μη, ενώ άλλες είναι τελείως εξωπραγματικές (αλλά συνηθίζει κανείς) και επίσης, έχουν αυτό το υποδόριο χιούμορ του Statham. Η ουσία είναι ότι με το Μεγαλόδοντα ο θεατής μπορεί να ισχυριστεί ότι «τα έχει δει όλα» γύρω από τη φιλολογία των καρχαριών. 
Ίσως γι’ αυτό φτάσαμε το 2024 στην ταινία «Άγρια νερά» με τον υπαινικτικό αρχικό τίτλο «Something in the water» της Hayley Easton Street. Σ’ αυτή την ταινία η σκηνοθέτρια προσθέτει στο είδος ένα νέο στοιχείο. Ρίχνει μια φρέσκια -για πρώτη φορά γυναικεία- ματιά στο μύθο των «Σαγονιών», συνδυάζοντας εξωτικό περιβάλλον, διακοπές, γάμο, ποικιλία χαρακτήρων, ανέμελες στιγμές και τον τρόμο του βυθού. Τη γαμήλια διασκέδαση γενικά και την αιφνιδιαστική εμφάνιση των τρομακτικών αυτών πλασμάτων που τρομοκρατούν μια νύφη και τις φίλες της. Ό,τι πιο σοκαριστικό, αλλά και πιο ελκυστικό λόγω της συναρπαστικής φύσης του θέματος. 
Ο χρόνος και η φαντασία των σεναριογράφων θα μας δείξουν τι επιφυλάσσει το μέλλον για το είδος, το οποίο με την τελευταία αυτή ταινία, δείχνει ότι ξέρει να ανανεώνεται (Η ταινία προβάλλεται από 4/4/24 σε διανομή της Spentzos Film / βλ. λεπτομέρειες ΕΔΩ)
(Πηγή οικονομικών στοιχείων το imdb)